Yahoo Αναζήτηση Διαδυκτίου

Αποτελέσματα Αναζήτησης

  1. sought | seek: Αγγλικά: Ελληνικά: sought out adj (searched for) που ζητείται, που αναζητείται περίφρ (επιδίωξη) ζητούμενος μτχ ενεστ : επιθυμητός επίθ: sought-after adj (desired, desirable) περιζήτητος επίθ (όταν προσπαθώ για κτ)

  2. Sought is the past tense and past participle of seek, meaning to look for something or someone. Learn how to use sought in sentences with different meanings and contexts from the Cambridge English Corpus.

  3. Βρείτε όλες τις μεταφράσεις του sought στο Ελληνικά όπως επιθυμητός, αναζητώ και πολλές άλλες.

  4. Μεταφράσεις του "sought" στο δωρεάν λεξικό Αγγλικά - Ελληνικά: επιθυμητός, ζητούμενος. Ελέγξτε πολλές ακόμη μεταφράσεις και παραδείγματα.

  5. Πολλές ενδεικτικές μεταφρασμένες προτάσεις που περιέχουν «sought» – Ελληνο-Αγγλικό λεξικό και μηχανή αναζήτησης για ελληνικές μεταφράσεις.

  6. Ρηματικός τύπος. [επεξεργασία] sought (en) αόριστος & παθητική μετοχήαορίστου του seek.

  7. Many translated example sentences containing "sought" – Greek-English dictionary and search engine for Greek translations.

  1. Γίνεται επίσης αναζήτηση για