Αποτελέσματα Αναζήτησης
English-Greek Dictionary. The WordReference English-Greek Dictionary is a living, growing dictionary. It contains over 83418 terms and 234749 translations in both English and Greek, and it will continue to grow and improve.
- Greek
Greek n. (person from Greece) Έλληνας, Ελληνίδα ουσ αρσ κύρ,...
- Greek
Το ελληνoαγγλικό λεξικό του WordReference εξελίσσεται διαρκώς. Περιέχει πάνω από 22957 όρους και 37276 μεταφράσεις στα αγγλικά και τα ελληνικά, και συνεχίζει να αναπτύσσεται και να βελτιώνεται.
Greek n. (person from Greece) Έλληνας, Ελληνίδα ουσ αρσ κύρ, ουσ θηλ κύρ. The Greeks were the inventors of democracy. Οι Έλληνες ανακάλυψαν τη δημοκρατία. Greek n. (language of Greece) ελληνικά ουσ ουδ πλ. Greek, not Latin, was the language of Roman emperors.
8 Φεβ 2007 · Search ... Search titles and first posts only
Γεφυρώνει το χάσμα μεταξύ ελληνικών & αγγλικών. Είναι ακριβές & απλό με μια τεράστια βάση δεδομένων λέξεων, εκφράσεων & ιδιωματισμών. Επιπλέον, υπάρχουν φόρουμ για τους λάτρεις της γλώσσας ...
French-English Vocabulary / Vocabulaire Français-Anglais. French and English words, phrases and idioms: meaning, translation, usage. Mots, expressions et tournures idiomatiques françaises et anglaises : signification, traduction, usage. Resources.
Η υπηρεσία της Google, που προσφέρεται χωρίς χρέωση, μεταφράζει άμεσα λέξεις, φράσεις και ιστοσελίδες μεταξύ Ελληνικών και περισσότερων από 100 άλλων γλωσσών.