Αποτελέσματα Αναζήτησης
caress [sb], caress [sth] ⇒ vtr (touch affectionately) χαϊδεύω ρ μ (επίσημο, παλαιό) θωπεύω ρ μ : Danielle caressed the child's cheek. caress n (affectionate touch) χάδι ουσ ουδ (επίσημο, παλαιό) θωπεία ουσ θηλ : A gentle touch or caress can be reassuring.
Η υπηρεσία της Google, που προσφέρεται χωρίς χρέωση, μεταφράζει άμεσα λέξεις, φράσεις και ιστοσελίδες μεταξύ Ελληνικών και περισσότερων από 100 άλλων γλωσσών.
Μετάφραση του "caress" σε Ελληνικά. Οι χαϊδεύω, θωπεύω, χάδι είναι οι κορυφαίες μεταφράσεις του "caress" σε Ελληνικά. Δείγμα μεταφρασμένης πρότασης: Because I don't know how to caress with words. ↔ Διότι δεν ξέρω πως να χαϊδεύω με τα λόγια. caress verb noun γραμματική. To touch or kiss lovingly; to fondle. [..] + Προσθήκη μετάφρασης.
Βρείτε όλες τις μεταφράσεις του caress στο Ελληνικά όπως χαϊδεύω και πολλές άλλες.
healthy adj. figurative (sound, in good condition) (μεταφορικά) υγιής, εύρωστος επίθ. The economy is healthy. Η οικονομία είναι υγιής (or: εύρωστη). healthy adj. (promoting good health) υγιεινός επίθ. She eats a healthy diet, with lots of fruits and vegetables.
Πολλές ενδεικτικές μεταφρασμένες προτάσεις που περιέχουν «caress» – Ελληνο-Αγγλικό λεξικό και μηχανή αναζήτησης για ελληνικές μεταφράσεις.
Translation for 'caress' in the free English-Greek dictionary and many other Greek translations.