Αποτελέσματα Αναζήτησης
έννομος, σύννομος επίθ. It is legal to say what you like in a public space. Είναι νόμιμο να λες ό,τι σου αρέσει σε δημόσιο χώρο. legal adj. (concerning the law) νομικός επίθ. The company's policies caused some legal issues. Οι πολιτικές της εταιρείας ...
Kαλή Nομοθέτηση: νομοθεσία, εγχειρίδια, εγκύκλιες οδηγίες, Καλή Νομοθέτηση στην ΕΕ: Πρόγραμμα REFIT & Πλατφόρμα «Fit for Future», Νομοθετική και Διοικητική Κωδικοποίηση, διαβούλευση στο opengov.gr, Καλή ...
Η εταιρία μας “Legal Greece”, ιδρύθηκε το έτος 2012 και εδρεύει στο κέντρο Αθήνας στο Πεδίον του Άρεως, σε μια στρατηγική θέση που δίνει άμεσα πρόσβαση στα σημαντικότερα δικαστήρια της χώρας. Η ίδρυση της αποτελεί την μετεξέλιξη μίας μακροχρόνιας συνεργασίας μεταξύ των ιδρυτών της, ήδη από το έτος 2001.
English Πώς να χρησιμοποιήσετε το "legality" σε μια πρόταση. more_vert. Some gamblers do away with chips and pay cash after each round depending on local laws regarding legality of gambling. more_vert. This method is of questionable legality in some jurisdictions, and may violate the terms of the phone's warranty.
Μετάφραση του "Legal" σε Ελληνικά. Οι Νόμιμος, νομικός, νόμιμος, νομικός είναι οι κορυφαίες μεταφράσεις του "Legal" σε Ελληνικά. Δείγμα μεταφρασμένης πρότασης: Are fireworks legal in Australia? ↔ Είναι νόμιμα τα πυροτεχνήματα στην Αυστραλία; Legal proper. A town in Alberta, Canada. + Προσθήκη μετάφρασης. Αγγλικά-Ελληνικά λεξικό. Νόμιμος, νομικός.
APOSTOLOS GEORGIADES & ASSOCIATES is a highly respected law firm actively involved in both domestic and international transactions and disputes, with a long legal tradition and profound expertise in most areas of Greek law.
It is possible to take the view that there is no need to define the word "law" (e.g. "let's forget about generalities and get down to cases "). [34] One definition is that law is a system of rules and guidelines which are enforced through social institutions to govern behaviour. [1]